Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Ο ΘΟΥΡΙΟΣ ΤΟΥ ΡΗΓΑ




Α. DIGITAL SCHOOL:

Πατώντας  ΕΔΩ  μπορείτε να βρείτε:
  • πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Ρήγα καθώς και
  • ολόκληρο τον Θούριο.

 Β. ΤΟ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ TΗΣ ΕΠΟΧΗΣ:

       Για το πνευματικό κίνημα του διαφωτοσμού μπορείτε να πατήσετε  ΕΔΩ.

 Γ. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΙΔΟΣ: ΘΟΥΡΙΟΣ
     

Δ. ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ

 Πατώντας  ΕΔΩ  μπορείτε να ακούσετε μελοποιημένο απόσπασμα του Θούριου του Ρήγα από τον Χρήστο Λεοντή με τη φωνή του Νίκου Ξυλούρη.


Ε. ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:

 «Ω, παίδες Ελλήνων, ίτε, ελευθερούτε πατρίδ’, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων` νυν υπέρ πάντων αγών».

Σαλαμίνα, 480 π. Χ.

ΚΑΛΛΙΝΟΣ

μέχρις τέο κατάκεισθε; κότ᾽ ἄλκιμον ἕξετε θυμόν,
ὦ νέοι; οὐδ᾽ αἰδεῖσθ᾽ ἀμφιπερικτίονας
ὧδε λίην μεθιέντες; ἐν εἰρήνῃ δὲ δοκεῖτε
ἧσθαι, ἀτὰρ πόλεμος γαῖαν ἅπασαν ἔχει

…………………………………………………………
 καί τις ἀποθνήσκων ὕστατ᾽ ἀκοντισάτω.
τιμῆέν τε γάρ ἐστι καὶ ἀγλαὸν ἀνδρὶ μάχεσθαι
γῆς πέρι καὶ παίδων κουριδίης τ᾽ ἀλόχου
δυσμενέσιν· θάνατος δὲ τότ᾽ ἔσσεται, ὁππότε κεν δὴ
Μοῖραι ἐπικλώσωσ᾽. ἀλλά τις ἰθὺς ἴτω
 ἔγχος ἀνασχόμενος καὶ ὑπ᾽ ἀσπίδος ἄλκιμον ἦτορ
ἔλσας, τὸ πρῶτον μειγνυμένου πολέμου.
οὐ γάρ κως θάνατόν γε φυγεῖν εἱμαρμένον ἐστὶν
ἄνδρ᾽, οὐδ᾽ εἰ προγόνων ᾖ γένος ἀθανάτων.
πολλάκι δηϊοτῆτα φυγὼν καὶ δοῦπον ἀκόντων
 ἔρχεται, ἐν δ᾽ οἴκῳ μοῖρα κίχεν θανάτου,
ἀλλ᾽ ὁ μὲν οὐκ ἔμπης δήμῳ φίλος οὐδὲ ποθεινός·
τὸν δ᾽ ὀλίγος στενάχει καὶ μέγας ἤν τι πάθῃ·
λαῷ γὰρ σύμπαντι πόθος κρατερόφρονος ἀνδρὸς
θνήσκοντος, ζώων δ᾽ ἄξιος ἡμιθέων· 
ὥσπερ γάρ μιν πύργον ἐν ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶσιν·
ἔρδει γὰρ πολλῶν ἄξια μοῦνος ἐών.

Μετάφραση:

Ως πότε, νέοι, θα κάθεστε άπρακτοι;
Πότε θα δείξετε καρδιά αντρειωμένη;
Ντροπή, που σας βλέπουν και οι γειτονικοί λαοί.
Τόσο λίγο γνοιάζεστε για την πατρίδα;
Νομίζετε, αλλά δεν είναι ειρήνη πια,
άδραξε ο πόλεμος ολόκληρη τη γη μας
.............................................................................
Χτύπα τον εχθρό, ώς την τελευταία σου πνοή,
Δόξα και τιμή να μάχεται ο άντρας τον εχθρό,
να πολεμά για την πατρίδα, τα παιδιά και τη γυναίκα του.
Θά ᾽ρθει ο θάνατος όταν οι μοίρες κόψουνε το νήμα·
αλλά τραβάτε εμπρός, τα δόρατα προτεταμένα
με θάρρος στην καρδιά,
από τις ασπίδες καλυμμένοι
ευθύς ως ξεσπάσει η καταιγίδα του πολέμου.
Είναι γραφτό: ο άνθρωπος του Χάρου δεν ξεφεύγει
ακόμη και αν είναι η γενιά του θεϊκή.
Πόσες φορές ξεφεύγοντας από της μάχης την αντάρα,
απ᾽ όπου ακούγεται φρικτή των όπλων η κλαγγή,
στο σπίτι σου σε πετυχαίνει η μοίρα του θανάτου.
Δεν αγαπά ο λαός της πόλης, δεν αναζητά
το μαχητή που γύρισε από τη μάχη ζωντανός.
Αν όμως σκοτωθεί, πλούσιοι και φτωχοί τον κλαίνε.
Όλος ο κόσμος αναζητά τον ψυχωμένο άντρα όταν πεθάνει.
Αν πάλι ζήσει, ημίθεος λογιέται.
Σαν πύργος στα μάτια τους φαντάζει,
γιατί και μόνος του ισοζυγίζει με πολλούς.


La Marseillaise

Allons enfants de la Patrie
Le jour de gloire est arrivé
Contre nous de la tyrannie
L'étendard sanglant est levé
Entendez vous dans les campagnes
Mugir ces féroces soldats
Ils viennent jusque dans vos bras,
égorger vos fils, vos compagnes
Aux armes citoyens!
Formez vos bataillons!
Marchons, marchons,
Qu'un sang impur abreuve nos sillons...


ΚΛΕΦΤΙΚΗ ΖΩΗ

Μαύρη μωρέ πικρή είν’ η ζωή
που κάνουμε εμείς οι μαύροι
κλέφτες, εμείς οι μαύροι κλέφτες.

Όλη μωρέ, όλη μερούλα
πόλεμο. Όλη μερούλα πόλεμο
το βράδυ καραούλι.

Με φό μωρέ με φόβο τρώμε
το ψωμί. Με φόβο τρώμε το
ψωμί, με φόβο περπατάμε.

Ποτέ μωρέ, ποτέ μας δεν αλλάζουμε.
Ποτέ μας δεν αλλάζουμε
και δεν ασπροφοούμε.




ΟΡΚΟΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
   
  «Ορκίζομαι ενώπιον του αληθινού Θεού, ότι θέλω είμαι επί ζωής μου πιστός εις την Εταιρείαν κατά πάντα. Να φανερώσω το παραμικρόν από τα σημεία και τους λόγους της, μήτε να σταθώ κατ΄ουδένα λόγον ή αφορμή του να καταλάβωσι άλλοι ποτέ, ότι γνωρίζω τι περί τούτων, μήτε εις συγγενείς μου, μήτε εις πνευματικόν ή φίλον μου.
     Ορκίζομαι ότι θέλω τρέφει εις την καρδίαν μου αδιάλλακτον μίσος εναντίον των τυράννων της πατρίδος μου, των οπαδών και των ομοφρόνων με τούτους, θέλω ενεργεί κατά πάντα τρόπον προς βλάβην και αυτόν τον παντελή όλεθρόν των, όταν η περίστασις το συγχωρήσει.
     Ορκίζομαι να μη μεταχειριστώ ποτέ βίαν δια να αναγνωρισθώ με κανένα συνάδελφον, προσέχων εξ εναντίας με την μεγαλυτέραν επιμέλειαν να μην λανθασθώ κατά τούτο, γενόμενος αίτιος ακολούθου τινός συμβάντος, με κανένα συνάδελφον.
     Ορκίζομαι να συντρέχω, όπου εύρω τινά συνάδελφον, με όλην την δύναμιν και την κατάστασίν μου. Να προσφέρω εις αυτόν σέβας και υπακοήν, αν είναι μεγαλύτερος εις τον βαθμόν και αν έτυχε πρότερον εχθρός μου, τόσον περισσότερον να τον αγαπώ και να τον συντρέχω, καθ΄όσον η έχθρα μου ήθελεν είναι μεγαλυτέρα.
     Ορκίζομαι ότι καθώς εγώ παρεδέχθην εις Εταιρείαν, να δέχομαι παρομοίως άλλον αδελφόν, μεταχειριζόμενος πάντα τρόπον και όλην την κανονιζομένην άργητα, εωσού τον γνωρίσω Έλληνα αληθή, θερμόν υπερασπιστήν της πατρίδος, άνθρωπον ενάρετον και άξιον όχι μόνον να φυλάττη το μυστικόν, αλλά να κατηχήση και άλλον ορθού φρονήματος.
     Ορκίζομαι να μην ωφελώμαι κατ΄ουδένα τρόπον από τα χρήματα της Εταιρείας, θεωρών αυτά ως ιερό πράγμα και ενέχυρον ανήκον εις όλον το Έθνος μου. Να προφυλάττωμαι παρομοίως και εις τα λαμβανόμενα εσφραγισμένα γράμματα.
     Ορκίζομαι να μην ερωτώ κανένα των Φιλικών με περιέργειαν, δια να μάθω οποίος τον εδέχθη εις την Εταιρείαν. Κατά τούτο δε μήτε εγώ να φανερώσω, ή να δώσω αφορμήν εις τούτον να καταλάβη, ποίος με παρεδέχθη. Να αποκρίνομαι μάλιστα άγνοιαν, αν γνωρίζω το σημείον εις το εφοδιαστικόν τινός.
     Ορκίζομαι να προσέχω πάντοτε εις την διαγωγήν μου, να είμαι ενάρετος. Να ευλαβώμαι την θρησκείαν μου, χωρίς να καταφρονώ τας ξένας. Να δίδω πάντοτε το καλόν παράδειγμα. Να συμβουλεύω και να συντρέχω τον ασθενή, τον δυστυχή και τον αδύνατον. Να σέβομαι την διοίκησιν, τα έθιμα, τα κριτήρια και τους διοικητάς του τόπου, εις τον οποίον διατριβώ.
     Τέλος πάντων ορκίζομαι εις Σε, ω ιερά πλην τρισάθλια Πατρίς !  Ορκίζομαι εις τας πολυχρονίους βασάνους Σου. Ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν και χύνουν τα ταλαίπωρα τέκνα Σου, εις τα ίδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατά ταύτην την στιγμήν, και εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλως εις Σε. Εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου. Το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου, και η ευτυχία Σου η ανταμοιβή των κόπων μου. Η θεία δικαιοσύνη ας εξαντλήσει επάνω εις την κεφαλήν μου όλους τους κεραυνούς της, το όνομά μου να είναι εις αποστροφήν, και το υποκείμενόν μου το αντικείμενον της κατάρας και του αναθέματος των Ομογενών μου, αν  ίσως λησμονήσω εις μίαν στιγμήν τας δυστυχίας των και δεν εκπληρώσω το χρέος μου. Τέλος ο θάνατός μου ας είναι η άφευκτος τιμωρία του αμαρτήματός μου, δια να μη λησμονώ την αγνότητα της Εταιρείας με την συμμετοχήν μου».


BELLA CIAO
 
 
Una mattina mi son svegliato,
o bella, ciao! bella, ciao! bella, ciao, ciao, ciao!
Una mattina mi son svegliato,
e ho trovato l'invasor.
O partigiano, portami via,
o bella, ciao! bella, ciao! bella, ciao, ciao, ciao!
O partigiano, portami via,
ché mi sento di morir.
E se io muoio da partigiano,
o bella, ciao! bella, ciao! bella, ciao, ciao, ciao!
E se io muoio da partigiano,
tu mi devi seppellir.
E seppellire lassù in montagna,
o bella, ciao! bella, ciao! bella, ciao, ciao, ciao!
E seppellire lassù in montagna,
sotto l'ombra di un bel fior.
E le genti che passeranno,
o bella, ciao! bella, ciao! bella, ciao, ciao, ciao!
E le genti che passeranno,
Mi diranno «Che bel fior!»
«È questo il fiore del partigiano»,
o bella, ciao! bella, ciao! bella, ciao, ciao, ciao!
«È questo il fiore del partigiano,
Morto per la libertà



ΑΝΤΙΟ ΟΜΟΡΦΟΥΛΑ

Ένα πρωινό ξύπνησα
και βρήκα τον εισβολέα
Ω, παρτιζάνε πάρε με μακριά
γιατί νιώθω ότι πεθαίνω
Αν πεθάνω σαν παρτιζάνος
τότε να με θάψετε
αλλά θάψτε με ψηλά στο βουνό
κάτω από τη σκιά ενός ωραίου λουλουδιού
και οι διαβάτες θα λένε για μένα
θα λένε για μένα: «τι ωραίο λουλούδι»
αυτό είναι το λουλούδι ενός παρτιζάνο
που πέθανε για την ελευθερία


ΠΟΤΕ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΞΑΣΤΕΡΙΑ

Πότε θα κάμει ξαστεριά, πότε θα φλεβαρίσει,
να πάρω το ντουφέκι μου, ε την όμορφη πατρόνα,
να κατεβώ στον Ομαλό, στη στράτα τω Μουσούρω,
να κάμω μάνες δίχως γιους, γυναίκες δίχως άντρες,
να κάμω και μωρά παιδιά να κλαιν δίχως μανάδες,
να κλαιν τη νύχτα για νερό και την αυγή για γάλα
και τ’ αποδιαφωτίσματα για την καημένη μάνα.


ΣΤ. ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...


Απόσπασμα από το ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου "Μπολιβάρ":

"Μπολιβάρ δεν είσαι όνειρο
Είσαι η αλήθεια
Μπολιβάρ είσαι ωραίος, ωραίος σαν Έλληνας

Είσαι του Ρήγα, του Ρήγα Φεραίου παιδί…

Είσαι ο λευτερωτής της νότιας Αμερικής
Ένα μονάχα είναι γνωστό, πως είμαι γιος σου."

 ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ: ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟΣ

Και να, τι θέλω τώρα να σας πω
Μες στις Ινδίες, μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
φράξαν το δρόμο σ’ έναν άνθρωπο.
Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο `κει που εβάδιζε.
Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
να υψώσω το κεφάλι στ’ αστροφώτιστα διαστήματα.
Θα πείτε, τ’ άστρα είναι μακριά
κι η γη μας τόση δα μικρή.

Ε, το λοιπόν, ό,τι και να είναι τ’ άστρα,
εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.
Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει,
είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.

 ΚΕΜΑΛ

Ακούστε την ιστορία του Κεμάλ,ενός νεαρού πρίγκιπα, της ανατολής
απόγονου του Σεβάχ του θαλασσινού, που νόμισε ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.
αλλά πικρές οι βουλές του Αλλάχ και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων.

Στης Ανατολής τα μέρη μια φορά και ένα καιρό
ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό
στη Μοσσούλη, τη Βασσόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά
πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.

Κι ένας νέος από σόι και γενιά βασιλική
αγροικάει το μοιρολόι και τραβάει κατά εκεί.
τον κοιτάν οι Βεδουίνοι με ματιά λυπητερή
κι όρκο στον Αλλάχ τους δίνει, πως θ’ αλλάξουν οι καιροί.

Σαν ακούσαν οι αρχόντοι του παιδιού την αφοβιά
ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά
απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη, απ’ τη γη στον ουρανό
κυνηγάν τον αποστάτη να τον πιάσουν ζωντανό.

Πέφτουν πάνω του τα στίφη, σαν ακράτητα σκυλιά
και τον πάνε στο χαλίφη να του βάλει την θηλιά
μαύρο μέλι μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί
πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή.

Με δύο γέρικες καμήλες μ’ ένα κόκκινο φαρί
στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί.
πάνε τώρα χέρι χέρι κι είναι γύρω συννεφιά
μα της Δαμασκού τ’ αστέρι τους κρατούσε συντροφιά.

Σ’ ένα μήνα σ’ ένα χρόνο βλέπουν μπρος τους τον Αλλάχ
που από τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ:
«νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί,
με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί»

Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ!
Καληνύχτα...

ΑΚΟΡΝΤΕΟΝ

 Στη γειτονιά μου την παλιά είχα ένα φίλο
που ήξερε και έπαιζε τ’ ακορντεόν
όταν τραγούδαγε φτυστός ήταν ο ήλιος
φωτιές στα χέρια του άναβε τ’ ακορντεόν

Μα ένα βράδυ σκοτεινό σαν όλα τ’ άλλα
κράταγε τσίλιες παίζοντας ακορντεόν
φασιστικά καμιόνια στάθηκαν στη μάντρα
και μια ριπή σταμάτησε τ’ ακορντεόν

Τ’ αρχινισμένο σύνθημα πάντα μου μένει
όποτε ακούω από τότε ακορντεόν
κι έχει σαν στάμπα τη ζωή μου σημαδέψει
δε θα περάσει ο φασισμός

 Ο ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ

 Για ιδέστε όλοι τον ακροβάτη που τραμπαλίζεται
για ιδέστε όλοι τον ξενομπάτη πως δε ζαλίζεται
Για ιδέστε τον ακροβάτη που κι όταν πέφτει γελά
και ποτέ δε κλαίει, ποτέ δεν κλαίει

Για ιδέστε που χει το ερημοπούλι αίμα στο φτερό
πετά κι ας το βρε θανάτου βόλι, κόντρα στον καιρό
Με τον καιρό να σαι κόντρα, έχει τιμή σαν πετάς
να μένεις μόνος, να μένεις μόνος

Για ιδέστε όλοι δέστε και μένα άλλο δε ζητώ
που `χω στους ώμους φτερά σπασμένα και ακροβατώ
Γύρισε κάτω η μέρα κι ακόμη εσύ να φανείς
μην κλαις πουλί μου, μην κλαις πουλί μου.

ΚΑΠΟΤΕ ΘΑΡΘΟΥΝ

Κάποτε θα `ρθουν να σου πουν
πως σε πιστεύουν, σ’ αγαπούν
και πώς σε θένε

Έχε το νου σου στο παιδί,
κλείσε την πόρτα με κλειδί
ψέματα λένε

Κάποτε θα `ρθουν γνωστικοί,
λογάδες και γραμματικοί
για να σε πείσουν

Έχε το νου σου στο παιδί
κλείσε την πόρτα με κλειδί,
θα σε πουλήσουν

Και όταν θα `ρθουν οι καιροί
που θα `χει σβήσει το κερί
στην καταιγίδα

Υπερασπίσου το παιδί
γιατί αν γλιτώσει το παιδί
υπάρχει ελπίδα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου